Αρκετοί από σας πιθανόν να διερωτάστε τι δουλειά έχει ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας να απευθύνει σύντομη έστω ομιλία, σε εκδήλωση παρουσίασης λογοτεχνικού βιβλίου. Να δώσει, όπως γράφει και η πρόσκληση για την εκδήλωση, «λογοτεχνική γνωμάτευση». Και τι σημαίνει «λογοτεχνική γνωμάτευση;» Ακούεται ως σχήμα οξύμωρο. Διότι κανονικά μια νομική γνωμάτευση εξ’ ορισμού αποκλείεται να είναι λογοτεχνική. Αν είναι δε λογοτεχνική, αποκλείεται να είναι γνωμάτευση.
Παρά ταύτα, τα θέματα είναι πολύ πιο απλά απ’ όσο φαίνονται. Η αγαπητή σε όλους Λίλη Μιχαηλίδου, μου ζήτησε να πω και εγώ μια προσωπική γνώμη για το νέο της βιβλίο ξεφεύγοντας για λίγο από τις νομικές γνωματεύσεις και ασφαλώς δεν μπορούσα να αρνηθώ να το πράξω, όσο καλύτερα μπορώ.
Ο τίτλος του βιβλίου, όπως όλοι θα έχετε δει, είναι «Εκείνος – Him – Ανδρών Ιστορίες – Stories of men». Ελπίζω μόνο, η Λίλη να μου ζητήσει να εκφράσω γνώμη και για το επόμενο στη σειρά βιβλίο της, το οποίο, για σκοπούς ίσης μεταχείρισης των φύλων, είμαι βέβαιος ότι θα έχει τίτλο «Εκείνη – Her. Γυναικών ιστορίες – Stories of women».
Ασφαλώς για να μπορέσω να εκφράσω άποψη για το παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο, θα έπρεπε πρώτα να το διαβάσω. Που να βρεις όμως ώρα για να διαβάζεις και λογοτεχνικά βιβλία. Τελικά, κατάφερα να το διαβάσω πριν από λίγες μέρες καθ’ οδόν προς την Εστονία για κάποιο Ευρωπαϊκό Συνέδριο, εν πτήσει, σε ύψος 35.000 ποδών. Πρέπει να πω ότι σ’ αυτό το ύψος έγραψα και άλλες γνωματεύσεις. Ελπίζω αυτές να είναι μόνο του ύψους και όχι του ύψους και του βάθους.
Εκείνο το οποίο θα πρέπει να ομολογήσω, είναι ότι, έχοντας διαβάσει το παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο, δυσκολεύτηκα πάρα πολύ, όχι να μορφώσω γνώμη γι’ αυτό, αλλά για να την εκφράσω και να την καταγράψω. Νομίζω ότι δυσκολεύτηκα περισσότερο σ’ αυτή την περίπτωση παρά στην πρόσφατη περίπτωση του πορίσματος για την Κατάρρευση του Συνεργατισμού. Οι λόγοι είναι απλοί: το βιβλίο τούτο, δεν περιλαμβάνει απλά κάποια σύντομα διηγήματα ή ιστοριούλες, με τη συνήθη και αναμενόμενη δομή και πλοκή. Εξ’ αφορμής ενός συμβάντος, με έναυσμα μια σκηνή στο δρόμο ή ένα πρόωρο θάνατο, ή στη βάση κάποιας εμπειρίας, η συγγραφέας καταγράφει αυτοτελείς ιστορίες. Ιστορίες για θέματα καθημερινά και για σκηνές που όλοι μας έχουμε σε κάποιο στάδιο και με κάποιο τρόπο βιώσει. Τις έχουμε βιώσει όμως στιγμιαία, φευγαλέα. Περνούν τέτοιες σκηνές από τα μάτια μας και φεύγουν. Διέρχονται μέσα από τη σκέψη μας άλλες εμπειρίες και εξαφανίζονται. Είναι όμως ακριβώς τέτοιες σκηνές, τέτοια συμβάντα και τέτοιες σκέψεις, που δεν μπορούσαν να διαπεράσουν το μυαλό της Λίλης χωρίς να τα συλλάβει και να τα επεξεργαστεί. Χωρίς να προβληματιστεί και να προβληματίσει. Όλοι έχουμε μέσα μας, στη σκέψη μας, στην καρδιά μας, ένα ιστό. Όπως αυτόv της αράχνης. Ένα δίχτυ, όπως αυτό των ψαράδων. Όλες οι παραστάσεις που προσλαμβάνουμε, οπτικές, ακουστικές, όλων των αισθήσεων παραστάσεις, περνούν από αυτό τον ιστό. Από αυτό το δίχτυ. Για κάποιους, περνούν και διαπερνούν. Για άλλους όμως μένουν. Αιχμάλωτοι των αισθήσεων, των απασχολήσεων και των προβληματισμών. Αυτή την εικόνα προσλαμβάνεις, όταν διαβάσεις για παράδειγμα την μικρή ιστορία για τον Σύριο πρόσφυγα στην Κοφίνου, με τίτλο «Με προορισμό μιαν ουτοπία». Είμαι βέβαιος ότι κάποιοι τουλάχιστον από μας θα σκέφτηκαν ευκαιριακά έστω, τα εκτοπισμένα αυτά θύματα του πολέμου στη γειτονική μας χώρα. Ακόμα λιγώτεροι, μπορεί και να σκέφθηκαν «είναι κρίμα αυτά τα πλάσματα». Ως εκεί. Η ιστοριούλα όμως της Λίλης, πηγαίνει πολύ πιο πίσω, πολύ πιο βαθειά. Περιγράφει το ταξίδι της φυγής από τον επαπειλούμενο θάνατο. Το τραίνο με τους πρόσφυγες, το οποίο περιγράφει ως εξής:
«Το τρένο δεν ξέρει τι φορτίο κουβαλάει μέσα του, δε νοιάζεται για το μαρτύριο των ανθρώπων που διαρκώς αναπλάθεται. Δεν το αφορά αν ταξιδεύουν με προορισμό μιαν ουτοπία, ένα άγνωστο μυστήριο. Σταματά στον καθορισμένο χρόνο, φεύγει βιαστικά χωρίς αποχαιρετισμούς, χωρίς κλάματα κι’ εξαφανίζεται, όπως οι αρουραίοι ανάμεσα στις ράγες.»
Νομίζω ότι είναι φανερό, τόσο από το πιο πάνω απόσπασμα, που είναι χαρακτηριστικό, όσο και από ολόκληρο το βιβλίο, ότι η συγγραφέας είναι δέσμια των ποιητικών της καταβολών. Χωρίς καθόλου να θέλω ή να επιχειρώ να παρουσιαστώ ως ειδικός, δεν βλέπω πως ο λόγος που χρησιμοποιεί, μπορεί να χαρακτηρισθεί διαφορετικά, παρά ως ποιητικός. Μπορεί να καταγράφεται σε πεζογράφημα, αλλά η γλώσσα είναι λυρική, ποιητική. Χρησιμοποιώντας ποιητικά ή άλλα κατάλληλα στοιχεία, εκφράζει προσωπικά ή υποκειμενικά συναισθήματα. Ένα άλλο, χαρακτηριστικό και αυτό παράδειγμα από την ιστοριούλα «Είδα στα μάτια του», είναι και το ακόλουθο:
«Εκείνο το απόγευμα βγήκα να περπατήσω στο πάρκο, κάτω από το θόλο των δέντρων που εκτείνονταν σε μεγάλη απόσταση. Ήθελα να ξεχάσω, να ξεχαστώ, να παρατείνω τον χρόνο σε ένα καινούριο οπτικό τοπίο, μακριά από την πολύβουη πόλη, τις εξάρσεις και τις εξαρτήσεις της. Μόνο έτσι μπορούσα να χωρέσω στον χρόνο που μου αναλογεί.»
Θέματα απλά, της καθημερινότητας και πρόσωπα ανδρικά, που ο καθένας μας μπορεί να γνωρίζει, γίνονται αντικείμενο των μικρών ιστοριών. Ο βιβλιοπώλης στο «Γυάλινος δίσκος», ο συνήθης σύζυγος στο «Εκείνος», ο ζωγράφος που έφυγε πρόωρα στο «Όψη αποδημητικού πουλιού», ο ιερέας στο «Τούτο εστί το σώμα μου». Όπως η ίδια η συγγραφέας έχει πει, η μια ιστορία τελειώνοντας, δίνει το χέρι της στην επόμενη, δημιουργώντας αναπόφευκτα μια αλυσίδα μέσα στο χρόνο με διαφορετικούς άντρες, άλλοτε του παρελθόντος που έκαναν αιώνιο συμβόλαιο με τη μνήμη και άλλοτε σύγχρονους μέσα στην ελαφρότητα της εποχής που διανύουμε.
Πρόκειται για ένα βιβλίο τρομερά ελκυστικό στο να διαβαστεί από την αρχή μέχρι το τέλος, όχι από περιέργεια και ενδιαφέρον να μάθεις ποια θα είναι η κατάληξη, όπως συμβαίνει με άλλα διηγήματα, αλλά για να συνεχίσεις μια ωραία και ομαλή διαδρομή μέσα από τις σελίδες του.
Συγχαίρω θερμά τη Λίλη για τη νέα της αυτή πνευματική δημιουργία και της εύχομαι δύναμη να συνεχίσει.
Κώστας Κληρίδης